Σοβαρά ερωτήματα, τόσο όσο και οι κατηγορίες που απευθύνουν οι διωκτικές αρχές στους τρεις συλληφθέντες, προκύπτουν από τη δημοσιοποίηση των στοιχείων της έρευνας της Υποδιεύθυνσης Ασφαλείας Μυτιλήνης εις βάρος τριών μελών της ΜΚΟ ERCI που συνελήφθησαν στη Μυτιλήνη κατηγορούμενοι για δράση οργανωμένου εγκληματικού δικτύου, το οποίο δραστηριοποιούνταν συστηματικά στην κατ’ επάγγελμα διευκόλυνση της παράνομης εισόδου αλλοδαπών στην ελληνική επικράτεια.
Πρόκειται για τη συνέχεια μιας όντως περίεργης υπόθεσης, όταν δύο από τα προαναφερόμενα μέλη, αλλοδαποί ηλικίας 24 και 26 ετών, είχαν συλληφθεί τον Φεβρουάριο από στελέχη του Λιμεναρχείου Λέσβου να οδηγούν ένα βαν που κάτω από τις κανονικές πινακίδες κυκλοφορίας του είχε κρυμμένες άλλες πλαστογραφημένες που έφεραν σήματα του Ελληνικού Στρατού.
Τότε οι δύο συλληφθέντες είχαν αφεθεί ελεύθεροι, με διάφορες κατηγορίες όμως να τους βαρύνουν, μεταξύ των οποίων και η κατασκοπία, αφού εκτός των πινακίδων το βαν ήταν εξοπλισμένο και με ασυρμάτους που χαρακτηρίστηκαν παράνομοι.
Με αφορμή την υπόθεση αυτή διενεργήθηκε, κατόπιν παραγγελίας της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Μυτιλήνης, προκαταρκτική εξέταση, στο πλαίσιο της οποίας -σύμφωνα με την Αστυνομία- «διακριβώθηκε η δράση εγκληματικής οργάνωσης και η εμπλοκή (30) ατόμων, (6) ημεδαπών και (24) αλλοδαπών, μελών της ίδιας Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης (Μ.Κ.Ο.)».
Τα στοιχεία ωστόσο που επικαλείται η Αστυνομία σε ένα πολύ προσεκτικά διατυπωμένο δελτίο Τύπου κάθε άλλο παρά στοιχειοθετούν την παραπάνω κατηγορία.
Οπως μάλιστα σπεύδει να διευκρινίσει, «απώτερος σκοπός ήταν η αποκόμιση κέρδους από τη λειτουργία της ως Μ.Κ.Ο., παρά τον μη κερδοσκοπικό χαρακτήρα της, είτε με την αποδοχή δωρεών υλικών αντικειμένων, είτε με επιχορηγήσεις, είτε με την κατάθεση χρηματικών ποσών από ιδιώτες ή συλλογικούς φορείς σε συγκεκριμένο τραπεζικό λογαριασμό και σε ιστότοπο δωρεών (donations)».
«Σημαντικά χρηματικά πόσα, το ύψος των οποίων αποτελεί αντικείμενο προσδιορισμού από αρμόδιες Αρχές», όπως λέει σε άλλο σημείο.
Εδώ περιγράφεται ένας τρόπος λειτουργίας που παραπέμπει ευθέως σε ΜΚΟ και σε καμία περίπτωση σε «εγκληματική οργάνωση» που θα έβγαζε λεφτά, είτε μέσω των κυκλωμάτων διακίνησης που υποτίθεται ότι θα εξυπηρετούσε είτε, ακόμα χειρότερα, από τους ίδιους τους μεταφερόμενους πρόσφυγες. Κατηγορίες που τουλάχιστον στο δελτίο Τύπου της Αστυνομίας απουσιάζουν εντελώς.
Σύμφωνα πάντα με την Αστυνομία, «ως προς τη μεθοδολογία δράσης τους, οι εμπλεκόμενοι συμμετέχοντας σε κλειστές-κρυπτογραφημένες ομάδες εφαρμογής κοινωνικής δικτύωσης και επικοινωνίας, λάμβαναν -σε χρόνους καθοριστικούς- πληροφορίες και στοιχεία, εμπιστευτικού χαρακτήρα, για τις προερχόμενες από την Τουρκία προσφυγικές ροές».
Ομως είναι γνωστό ότι όλες οι συλλογικότητες αλληλέγγυων λειτουργούν τέτοιες ομάδες για λόγους ασφαλείας και ευκολίας στις μεταξύ τους συζητήσεις. Χωρίς καμία να κατηγορηθεί γι’ αυτό. Εκτός, βέβαια, αν εκεί μέσα κανόνιζαν παράνομη διακίνηση προσφύγων, αλλά κάτι τέτοιο πάλι δεν αναφέρεται πουθενά.
«Ανάλογες πληροφορίες (για τις αφίξεις προσφύγων) συνέλεγαν μέσω παράνομης παρακολούθησης των ασυρματικών επικοινωνιών ελληνικών και ξένων Αρχών (Λιμενικό Σώμα - FRONTEX κ.λπ.) καθώς και μέσω κατόπτευσης του θαλάσσιου χώρου με τη χρήση σύγχρονων μέσων (μονοκυάλια-διόπτρες κ.λπ.)», συνεχίζει το δελτίο Τύπου, αλλά και αυτή η πρακτική είναι η συνηθισμένη για τα μέλη των ΜΚΟ που περιπολούν ακόμα και σήμερα στις ακτές της Λέσβου, ψάχνοντας για βάρκες με πρόσφυγες. Ακούγοντας τη συχνότητα του λιμεναρχείου, όπως κάθε ιδιοκτήτης βάρκας με VHF που υποχρεωτικά φέρει.
Ακόμη ένα ερώτημα προκύπτει για τη χρήση των πληροφοριών που αντλούσαν από τις συνακροάσεις ασυρμάτων, αφού, όπως λέει η ανακοίνωση, «δεν ενημέρωναν τις αρμόδιες για την έρευνα και διάσωση Αρχές, ως όφειλαν, λόγω της ένταξης και συμμετοχής τους στον αντίστοιχο εθνικό και τοπικό σχεδιασμό έρευνας και διάσωσης».
Κατηγορούνται δηλαδή ότι δεν μοιράζονταν τις πληροφορίες, που όμως -κατά κανόνα- ήταν σε γνώση των Αρχών.
Το κατηγορητήριο
Η κακουργηματικού χαρακτήρα δικογραφία που σχηματίστηκε σε βάρος των εμπλεκομένων αφορά -κατά περίπτωση- τα αδικήματα της συγκρότησης και ένταξης σε εγκληματική οργάνωση, της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα, της κατασκοπίας, της παραβίασης μυστικών της Πολιτείας, της πλαστογραφίας καθώς και των παραβάσεων του Κώδικα Μετανάστευσης και της νομοθεσίας για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες.
Η δικογραφία υποβλήθηκε στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Μυτιλήνης και η υπόθεση παραπέμφθηκε σε ανάκριση.
Οπως μάλιστα τονίζεται στην ανακοίνωση: «Η έρευνα βρίσκεται σε εξέλιξη προκειμένου να προσδιοριστεί όλο το εύρος της παράνομης δραστηριότητας της εγκληματικής οργάνωσης και οι διασυνδέσεις της».