Με ποσοστό 25% επικράτησε στις εκλογές της Σλοβενίας ο συντηρητικός πρώην πρωθυπουργός Γιάνεζ Γιάνσα, σύμμαχος του Ούγγρου δεξιού εθνικιστή ηγέτη Βίκτορ Όρμπαν.
Ωστόσο το κεντροδεξιό κόμμα του, SDS, ίσως δυσκολευθεί να σχηματίσει κυβέρνηση καθώς έχει ξεμείνει από πιθανούς κυβερνητικούς εταίρους λόγω της σκληρής γραμμής του που τήρησε καθ’ όλη τη διάρκεια της προεκλογικής καμπάνιας στο μεταναστευτικό.
«Κάναμε ένα πρώτο βήμα για μια ισχυρή και υπεύθυνη Σλοβενία στην Ευρώπη», έγραψε στον λογαριασμό του στο Twitter ο 59χρονος Γιάνσα, ο οποίος έκανε εκστρατεία επιστρατεύοντας έναν λόγο ανοιχτά ξενοφοβικό, όπως αυτός του συμμάχου του Όρμπαν, παρότι η χώρα του δεν φιλοξενεί σήμερα παρά μόλις περίπου χίλιους αιτούντες άσυλο.
Ο Ούγγρος πρωθυπουργός του προσέφερε την αμέριστη υποστήριξή του και τον χαρακτήρισε ούτε λίγο ούτε πολύ «εγγυητή της επιβίωσης του σλοβένικου λαού».
Πανταχού παρών στο σλοβένικο πολιτικό σκηνικό μετά την ανεξαρτησία της χώρας το 1991 από την πάλαι ποτέ γιουγκοσλαβική ομοσπονδία και μετά την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 2004, ο Γιάνεζ Γιάνσα, άλλοτε αντιφρονών, βλέπει το κόμμα του να εξασφαλίζει 25 έδρες (με καταμετρημένο το 99% των ψηφοδελτίων), ενώ το κεντροαριστερό Κόμμα του Σύγχρονου Κέντρου (SMC) του απερχόμενου πρωθυπουργού Μίρο Τσέραρ βλέπει το δικό του ποσοστό να υποχωρεί στο 9,7%. Αλλά η απερχόμενη κυβερνητική συμμαχία ουσιαστικά ήλθε ισόπαλη με το SDS, αν συνυπολογιστούν οι επιδόσεις των σοσιαλδημοκρατών (10%) και του κόμματος των συνταξιούχων (4,9%).
Το κόμμα του ανεξάρτητου Μάριαν Σάρετς, που κατέλαβε τη δεύτερη θέση με το 12,6% των ψήφων και 13 έδρες, θα διαδραματίσει όπως αναμενόταν ρόλο διαμορφωτή των πολιτικών ισορροπιών, προεξοφλούν αναλυτές.
Ο Σάρετς, 40χρονος πρώην ηθοποιός που εξελέγη δήμαρχος μιας μικρής επαρχιακής πόλης κι αναφέρεται συχνά και θερμά στο παράδειγμα του Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν, διαβεβαιώνει πως δεν σκοπεύει να συμμαχήσει με τον Γιάνσα, τον οποίο κατηγόρησε πως αποπειράθηκε να ενσταλάξει στους πολίτες «τον φόβο» με τις συνεχείς αντιμεταναστευτικές του δηλώσεις. Εάν άλλαζε στάση αυτό θα σήμαινε πως «δεν είμαστε αξιόπιστοι», εξήγησε.
Εκτίμησε ότι το κόμμα του τελικά θα «έχει την ευκαιρία να σχηματίσει κυβέρνηση» εάν ο Γιάνσα, μια συχνά διχαστική προσωπικότητα, δεν μπορέσει να συγκροτήσει μια συμμαχία που θα διαθέτει την πλειοψηφία των εδρών στο σλοβένικο κοινοβούλιο.
Περίπου 1,7 εκατομμύριο ψηφοφόροι κλήθηκαν στις κάλπες για αυτή την εκλογική διαδικασία, με αναλογικό σύστημα, για την ανάδειξη των 90 μελών του κοινοβουλίου της χώρας που μπήκε στην ΕΕ το 2004 και στην ευρωζώνη το 2007.
Ο Γιάνσα, πρωθυπουργός από το 2004 μέχρι το 2008, κέρδισε δεύτερη θητεία το 2012, όμως αυτή διακόπηκε απότομα το 2013, αφού αναγκάστηκε να παραιτηθεί εξαιτίας ενός σκανδάλου που οδήγησε στην καταδίκη του από τη δικαιοσύνη και τη φυλάκισή του για πολλούς μήνες το 2014.
Ο συντηρητικός πολιτικός, ο οποίος εξασφάλισε την ακύρωση της καταδικαστικής απόφασης εκείνης της χρονιάς σε βάρος του, πέτυχε την επάνοδό του στο πρώτο πλάνο επισείοντας την «απειλή» των μεταναστών.
Η ρητορική αυτή όμως κάνει πολύ δύσκολη την προσέγγιση με τα κεντρώα κόμματα, χωρίς τα οποία ο Γιάνσα, που μόνο το μικρό κόμμα Νέα Σλοβενία (7,1%) δεσμεύθηκε να στηρίξει, δεν θα είναι σε θέση να εξασφαλίσει πλειοψηφία στο κοινοβούλιο.
«Έχει έλθει η στιγμή να απευθύνω έκκληση για συνεργασία. Η πόρτα μας είναι ανοικτή για συνομιλίες όσον αφορά τη συγκρότηση μιας συμμαχίας», δήλωσε ο εμφανώς κουρασμένος Γιάνσα σε σύντομες δηλώσεις του αφού ανακοινώθηκε το αποτέλεσμα.
Για πρώτη φορά τα τελευταία δέκα χρόνια, οι βουλευτικές εκλογές στη Σλοβενία διεξήχθησαν με υπόβαθρο μια στιβαρή οικονομική ανάπτυξη και την μείωση της ανεργίας σε εξαιρετικά χαμηλό επίπεδο στη χώρα, που δοκιμάστηκε σκληρά εξαιτίας της οικονομικής κρίσης του 2008 και μετά βίας σώθηκε από την υπαγωγή της σε διεθνή εποπτεία ως προς τα δημοσιονομικά της το 2013. Μολαταύτα, η εκστρατεία διεξήχθη σε κλίμα κοινωνικής δυσαρέσκειας, εν μέσω διεκδικήσεων για αυξήσεις των μισθών και των συντάξεων, έπειτα από δέκα χρόνια πολιτικών λιτότητας.
Η συμμετοχή στις εκλογές ήταν ελαφρά μειωμένη, καθώς ανήλθε στο 51,5% από 51,7% πριν από τέσσερα χρόνια. .iefimerida.gr