Η απελευθέρωση της Καλαμάτας (23 Μαρτίου 1821) ήταν ένα από τα πρώτα επεισόδια της Επανάστασης του 1821.
Μετά από τέχνασμα των Ελλήνων επαναστατών, οι Τούρκοι τους παρέδωσαν την πόλη χωρίς να προβάλλουν αντίσταση.
Από το απόγευμα της 22ας Μαρτίου έως τα χαράματα της επόμενης ημέρας, πήραν θέσεις στα υψώματα γύρω από την Καλαμάτα, 2.000 ένοπλοι της "Δυτικής Σπάρτης". Αυτοί είχαν αρχηγούς τον Κολοκοτρώνη, τους Μούρτζινους, τους Κουμουντουράκηδες, τους Κυβέλλους, τους Χρηστέηδες και τον Παναγιώτη Βενετσανάκο. Από την άλλη πλευρά της πόλης κινήθηκαν ένοπλοι υπό τον Παπαφλέσσα, τον Νικηταρά, τον Κεφάλα και τον Αναγνωσταρά, συμπληρώνοντας τον αποκλεισμό της πόλης.
Τότε μόνο ο διοικητής Αρναούτογλου κατάλαβε την παγίδα αλλά, αποκλεισμένος καθώς ήταν, δεν μπορούσε πια να διαφύγει προς την Τριπολιτσά (σημ. Τρίπολη). Αποφάσισε τότε να συγκεντρωθούν οι Τούρκοι στα σπίτια της πόλης που προσφέρονταν για άμυνα. Ωστόσο, με την είσοδο των επαναστατών στην Καλαμάτα, στις 23 Μαρτίου, ο Ηλίας Μαυρομιχάλης συμβούλευσε τον Αρναούτογλου να εγκαταλείψει τις σκέψεις για αντίσταση, αφού αυτή θα ήταν μάταιη, και να παραδοθεί. Έτσι την ίδια ημέρα ο Τούρκος διοικητής παρέδωσε με έγγραφη συμφωνία την πόλη και τον οπλισμό της φρουράς της.
Το μεσημέρι, 24 ιερείς και ιερομόναχοι ευλόγησαν, μετά από συγκινητική δοξολογία, τις ελληνικές σημαίες και όρκισαν τους επαναστάτες. Η τελετή αυτή έλαβε χώρα στις όχθες του Νέδωνα, μέσα σε πανηγυρική ατμόσφαιρα, ενώ ακούγονταν οι καμπάνες και οι θριαμβευτικές κραυγές των Ελλήνων.
Για τη δοξολογία, είχαν συρρεύσσει χιλιάδες κόσμου κάθε ηλικίας – οπλισμένων, αμάχων, γυναικών και παιδιών. Περί το μεσημέρι ήλθαν και οι πολεμικοί αρχηγοί με τις σημαίες τους. Εκεί, κοντά στον βυζαντινό ναό των Αγίων Αποστόλων (κατά την επικρατούσα άποψη), συγκεντρώθηκαν 24 ιερείς και ιερομόναχοι (ο μητροπολίτης Χρύσανθος Παγώνης ήταν αιχμάλωτος στην Τριπολιτσά) φέροντες τα ιερατικά άμφια και τις άγιες εικόνες, ευλόγησαν τις επαναστατικές σημαίας και ανέπεμψαν δεήσεις υπέρ του αγώνα. Ο Πετρόμπεης, έδωσε όρκο ότι θα αγωνισθεί μέχρις εσχάτων για την ελευθερία της πατρίδας. Ορκίστηκαν και όλοι οι πολεμιστές, σηκώνοντας το χέρι.
Η «προειδοποίησις εις τας ευρωπαϊκάς αυλάς» του Μαυρομιχάλη (23 Μαρτίου 1821).
Στη συνέχεια, έγινε σύσκεψη των οπλαρχηγών κατά την οποία συστάθηκε επαναστατική επιτροπή με το όνομα "Μεσσηνιακή Γερουσία" η οποία θα συντόνιζε τον αγώνα. Ηγέτης της, τιμητικά, διορίστηκε ο Πετρόμπεης στον οποίο δόθηκε ο τίτλος "αρχιστράτηγος των Σπαρτιατικών δυνάμεων". Στην ίδια σύσκεψη συζητήθηκαν επίσης οι επόμενες επαναστατικές ενέργειες.
Ο Κολοκοτρώνης πρότεινε να προχωρήσουν όλοι μαζί προς το εσωτερικό της Πελοποννήσου, με σκοπό να προλάβουν την περαιτέρω ενίσχυση της Τριπολιτσάς, η οποία έπρεπε να είναι ο βασικός στόχος των επαναστατών. Αντίθετα, οι Μεσσήνιοι και ο Πετρόμπεης ήθελαν να πολιορκηθούν τα μεσσηνιακά κάστρα των επαρχιών Μεθώνης και Κορώνης, τα οποία αποτελούσαν κίνδυνο για τους Έλληνες των περιοχών αυτών. Τελικά αποφασίστηκε ο Πετρόμπεης με τους πιο ηλικιωμένους προκρίτους να μείνουν στην Καλαμάτα για να συντονίζουν τις επιχειρήσεις και τον ανεφοδιασμό των αγωνιστών, ο Κολοκοτρώνης, ο Παπαφλέσσας, ο Αναγνωσταράς και ο Κεφάλας να κινηθούν προς το το εσωτερικό της Πελοποννήσου και οι υπόλοιποι επαναστάτες να πολιορκήσουν τα μεσσηνιακά κάστρα.
Η δεκαμελής επιτροπή, η οποία σε κάποια έγγραφα ονομάζεται «Μεσσηνιακή Γερουσία» και σε άλλα «Σύγκλητος η εν Καλαμάτα», θεωρείται η πρώτη πολιτική εξουσία της ελεύθερης Ελλάδας. Δεν είναι απολύτως γνωστά τα πρόσωπα που μετείχαν σ’ αυτή την επιτροπή. Τις προκηρύξεις της υπογράφει μόνον ο Πετρόμπεης. Με ημερομηνία 23 Μαρτίου ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης και η Μεσσηνιακή Γερουσία ανακοίνωσαν διεθνώς, με το έγγραφο «Προειδοποίησις εις τας ευρωπαϊκάς αυλάς», την κήρυξη της Επανάστασης.
Η επαναστατική αυτή προκήρυξη, αφού εξέθετε στην Ευρώπη τα δίκαια αίτια τα οποία παρακίνησαν το έθνος των Ελλήνων να αρπάξει τα όπλα και να απελευθερωθεί από τον τυραννικό ζυγό, ζητούσε τη βοήθειά της