Καθαρά Δευτέρα – Κούλουμα: Τα έθιμα σε όλη την Ελλάδα – Γιατί τρώμε λαγάνα και πετάμε χαρταετούς - ΟΛΕΣ ΟΙ ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ

Συμβαινει τώρα

Home Top Ad

Δευτέρα 19 Φεβρουαρίου 2018

Καθαρά Δευτέρα – Κούλουμα: Τα έθιμα σε όλη την Ελλάδα – Γιατί τρώμε λαγάνα και πετάμε χαρταετούς

Με την Καθαρά Δευτέρα ξεκινά η Σαρακοστή για την Ορθόδοξη εκκλησία, ενώ, ταυτόχρονα, τελειώνουν οι Απόκριες.
Η Καθαρά Δευτέρα ονομάστηκε έτσι, γιατί οι Χριστιανοί “καθαρίζονταν” πνευματικά και σωματικά. Είναι μέρα νηστείας, αλλά και μέρα αργίας. Η νηστεία διαρκεί για 40 μέρες, όσες ήταν και οι μέρες νηστείας του Χριστού στην έρημο.
Την Καθαρά Δευτέρα συνηθίζεται να τρώγεται λαγάνα (άζυμο ψωμί που παρασκευάζεται μόνο εκείνη τη μέρα), ταραμάς και άλλα νηστίσιμα φαγώσιμα, κυρίως λαχανικά, όπως και φασολάδα χωρίς λάδι, Χαλβάς, ελιές, πίκλες, θαλασσινά, βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη.
Η Καθαρά Δευτέρα εορτάζεται 48 ημέρες πριν την Κυριακή της Ανάστασης του Χριστού, το χριστιανικό Πάσχα.
Από παλιά, η Καθαρά Δευτέρα πέρασε στη συνείδηση του λαού σαν μέρα καθαρμού. Οι βυζαντινοί την Καθαρά Δευτέρα την ονόμαζαν Απόθεση -Απόδοση και τελούσαν δρώμενα. Τραγουδούσαν σχετικά άσματα, από τα οποία έχουν σωθεί μικρά μέρη μέχρι στις μέρες μας. «Ίδε το έαρ το καλόν πάλιν επανατέλλει, φέρον υγείαν και χαρά και την ευημερίαν».
Από τους λαογράφους θεωρείται ο επίλογος των βακχικών εορτών της Αποκριάς, οι οποίες ουσιαστικά αρχίζουν την Τσικνοπέμπτη και τελειώνουν την Καθαρά Δευτέρα.
Σε ορισμένες περιοχές της Ελλάδος την Καθαρά Δευτέρα «καθαρίζουν» ό,τι απόμεινε από τα μη νηστίσιμα φαγητά της αποκριάς, Σε άλλα μέρη της Ελλάδας, όπως π.χ. στην Ήπειρο, οι νοικοκυρές καθαρίζουν τις κατσαρόλες και όλα τα χάλκινα σκεύη από τα λίπη της αποκριάς με ζεστό σταχτόνερο μέχρι ν’ αστράψουν και βάφουν άσπρα τα πεζοδρόμια.
ΓΙΑΤΙ ΠΕΤΑΜΕ ΧΑΡΤΑΕΤΟ
Απαραίτητο συμπλήρωμα της Καθαράς Δευτέρας αποτελεί το πέταγμα του χαρταετού, με τα ποικίλα χρώματα και σχέδια, από μικρούς και μεγάλους, πιθανόν για να πετάξουν μακριά κάθε έγνοια του χειμώνα, μιας και μπαίνει η άνοιξη και όλα, τουλάχιστον στη φύση, είναι πιο χαρούμενα λόγω της ανθοφορίας και της βελτίωσης του καιρού.
Η ΛΕΞΗ “ΚΟΥΛΟΥΜΑ”
Κατά τον Νικόλαο Πολίτη, πατέρα της ελληνικής λαογραφίας, η λέξη Κούλουμα προέρχεται από το λατινικό Cumulus (κούμουλους) που σημαίνει σωρός, αφθονία αλλά και το τέλος. Εκφράζει δηλαδή το τέλος, τον επίλογο της Απόκριας.
Σύμφωνα με μία άλλη εκδοχή, προέρχεται από μία άλλη λατινική λέξη, τη λέξη «κόλουμνα», δηλαδή «κολώνα». Κι αυτό, επειδή το πρώτο γλέντι της Καθαράς Δευτέρας στην Αθήνα έγινε στους Στύλους του Ολυμπίου Διός.
Η ΛΑΓΑΝΑ
Πρωταγωνίστρια της Καθαρής Δευτέρας είναι η λαγάνα, το άζυμο ψωμί που παραδοσιακά καταναλώνεται τη μέρα αυτή. Έλκοντας τις ρίζες της από το αρχαίο λάγανον, πρόκειται για άζυμο ψωμί, δηλαδή χωρίς προζύμι, και ως εκ τούτου σε επίπεδο σχήμα, αφού δεν μπορεί να φουσκώσει. Με αναφορές ήδη από την αρχαιότητα και τον Αριστοφάνη, η λαγάνα αποτελεί πλέον παραδοσιακό ψωμί που συνδέθηκε αργότερα με τη θρησκεία και τη Σαρακοστή. Στην αρχαιότητα, ο πεπλατυσμένος άρτος, το λάγανον, παρασκευαζόταν από αλεύρι και κρασί, λάδι ή γάλα, ενώ πολλές φορές προσέθεταν και μέλι.
Παρασκευάζεται και καταναλώνεται την Καθαρή Δευτέρα σε ολόκληρη την Ελλάδα όπου συναντάται επίσης και με το όνομα ξεπεταχτή ή φλάουνα. Μια όμως από τις πιο γνωστές παραλλαγές της είναι η “κυρά-Σαρακοστή”. Πρόκειται για ψωμί σε σχήμα γυναίκας, με σταυρό στο κεφάλι και σταυρωμένα χέρια σαν σε προσευχή, χωρίς στόμα λόγω της νηστείας, αλλά με κύριο χαρακτηριστικό της τα 7 ποδάρια, ένα για κάθε εβδομάδα της Σαρακοστής. Σύμφωνα με το έθιμο, κάθε Σάββατο, με τελευταίο το Μεγάλο, έκοβαν και ένα πόδι της για να τους βοηθήσει στο μέτρημα μέχρι το Πάσχα.
ΤΑ ΕΘΙΜΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Σε όλη η Ελλάδα οι κάτοικοι υποδέχονται τη Σαρακοστή με τα δικά της ξεχωριστά έθιμα.
Σε όλη σχεδόν την Ελλάδα –και σε διάφορες παραλλαγές– το χορευτικό δρώμενο, το λεγόμενο Γαϊτανάκι, έθιμο που έφεραν μαζί τους οι πρόσφυγες της Μικράς Ασίας, ξεσηκώνει μικρούς και μεγάλους.
Η καυστική σάτιρα είναι από τα χαρακτηριστικά της Καθαράς Δευτέρας :
Ο Αλευροπόλεμος στο Γαλαξίδι, είναι ένα έθιμο που διατηρείται από το 1801. Εκείνα τα χρόνια, παρόλο που το Γαλαξίδι τελούσε υπό την τουρκική κατοχή, όλοι οι κάτοικοι περίμεναν τις Αποκριές για να διασκεδάσουν και να χορέψουν σε κύκλους. Ένας κύκλος για τις γυναίκες, ένας για τους άντρες. Φορούσαν μάσκες ή απλώς έβαφαν τα πρόσωπά τους με κάρβουνο. Στη συνέχεια προστέθηκε το αλεύρι, το λουλάκι, το βερνίκι των παπουτσιών και η ώχρα.
Βλάχικος Γάμος στη Θήβα. Είναι ένα έθιμο που φθάνει στις μέρες μας περίπου από το 1830, μετά την απελευθέρωση των ορεινών περιοχών. Οι Βλάχοι, δηλαδή οι τσοπάνηδες από τη Μακεδονία, την Ήπειρο, τη Θεσσαλία και τη Ρούμελη, εγκατέλειψαν τότε την άγονη γη τους και βρήκαν γόνιμο έδαφος νοτιότερα. Το θέαμα είναι έξοχο, η γαμήλια πομπή πολύχρωμη, η μουσική που τη συνοδεύει (πίπιζες, νταούλια κ.ά.) εξαιρετικά ζωντανή.
Το έθιμο αυτό χρονολογείται από το 1830 και έχει να κάνει με τα προξενιά που γίνονταν τότε. Σήμερα πραγματοποιείται παραδοσιακά με το ξύρισμα του γαμπρού και το στόλισμα της νύφης η οποία στην πραγματικότητα είναι άνδρας!
Του Κουτρούλη ο Γάμος στη Μεθώνη Μεσσηνίας. Καρναβαλίστικος γάμος, που κρατάει από τον 14ο αιώνα. Στις μέρες μας, το ζευγάρι των νεονύμφων είναι δύο άντρες, που μαζί με τους συγγενείς πηγαίνουν στην πλατεία, όπου γίνεται ο γάμος με παπά και με κουμπάρο. Διαβάζεται το προικοσύμφωνο και ακολουθεί τρικούβερτο γλέντι.
Από τον 14ο αιώνα κρατάει ” ο γάμος του Κουτρούλη στην Μεθώνη”. Ο έρωτας του τελευταίου Έλληνα ιππότη Ιωάννη Κουτρούλη για μια ντόπια – που ήταν όμως παντρεμένη – προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων, όταν την έκλεψε και αποφάσισε να συγκατοικήσει µαζί της. Γεγονός που οδήγησε την Εκκλησία στον αφορισμό της.
Για 17 χρόνια ο Κουτρούλης αγωνιζόταν να την παντρευτεί νόµιµα. Τελικά η γυναίκα παρουσίασε το διαζύγιο και έγινε το µυστήριο. Σε πείσμα όλων το γλέντι κράτησε πολλές ημέρες και έμεινε στην ιστορία η φράση ” έγινε του Κουτρούλη ο γάμος”.
Στη Μεσσήνη Μεσσηνίας γίνεται η αναπαράσταση της εκτέλεσης μιας γερόντισσας, της γριάς Συκούς, που κατά την παράδοση, κρεμάστηκε στη θέση Κρεμάλα της πόλης, με εντολή του Ιμπραήμ Πασά, επειδή είχε το θάρρος, εξηγώντας του ένα όνειρο που είχε δει, να του πει ότι η εκστρατεία του και ο ίδιος θα είχαν οικτρό τέλος από την αντίδραση και το σθένος των επαναστατημένων Ελλήνων. Μετά την αναπαράσταση, μπορεί κάθε επισκέπτης να “κρεμαστεί” από τους ψευτοδήμιους της κρεμάλας. Το απόγευμα της Καθαράς Δευτέρας γίνεται η παρέλαση με μαζορέτες, άρματα, μεταμφιεσμένους μικρούς και μεγάλους και χορευτικά συγκροτήματα.
Μπουρανί στον Τύρναβο. Μπουρανί είναι μία χορτόσουπα δίχως λάδι, γύρω από την προετοιμασία της οποίας στήνεται ολόκληρο το σκηνικό του παιχνιδιού με φαλλικά σύμβολα και τολμηρά πειράγματα από τους μπουρανίδες.
Στην Κάρπαθο λειτουργεί το Λαϊκό Δικαστήριο Ανήθικων Πράξεων. Κάποιοι κάνουν άσχημες χειρονομίες σε κάποιους άλλους και συλλαμβάνονται από τους Τζαφιέδες (χωροφύλακες) για να οδηγηθούν στο Δικαστήριο, που το αποτελούν οι σεβάσμιοι του νησιού. Τα αυτοσχέδια αστεία και τα γέλια ακολουθεί τρικούβερτο γλέντι.
Στα χωριά Μέρωνα και Μελιδόνια του Ρεθύμνου αναβιώνουν έθιμα όπως το κλέψιμο της νύφης, ο Καντής, το μουντζούρωμα, τα οποία, σε συνδυασμό με το καλό κρασί και τους ήχους της λύρας, αποτελούν μια μοναδική εμπειρία.Στις κοινότητες Ποταμιά, Καλόξιδο και Λιβάδια της Νάξου οι κάτοικοι ντύνονται Κορδελάτοι ή Λεβέντες. Οι Κορδελάτοι είναι φουστανελοφόροι και η δεύτερη ονομασία τους Λεβέντες αποδίδεται στους πειρατές. Από κοντά τους ακολουθούν και οι ληστές, οι Σπαραρατόροι, που αρπάζουν τις κοπέλες για να τις βάλουν με το ζόρι στο χορό και στο γλέντι, που κρατάει ως το πρωί.
Στη Σκύρο, οι κάτοικοι με παραδοσιακές ενδυμασίες κατεβαίνουν στην πλατεία του νησιού, όπου χορεύουν και τραγουδούν τοπικούς σκοπούς.
Στο Σκυριανό Καρναβάλι πρωταγωνιστές είναι ο Γέρος, η Κορέλα και ο Φράγκος. Τρεις φιγούρες που κάνουν τον εορτασμό της Αποκριάς μοναδικό! Ντυμένοι με παραδοσιακές φορεσιές, οι άντρες ντύνονται “Γέροι” και οι γυναίκες “Κορέλες” και βγαίνουν στα σοκάκια του νησιού για να διασκεδάσουν… και να διώξουν το κακό!
Ο Γέρος φορά την τσοπάνικη κάπα γυρισμένη ανάποδα ώστε το μαλλιαρό μέρος να είναι απ’ έξω. Η κουκούλα του “καπότου” σκεπάζει το κεφάλι και στερεώνεται με τη μακριά υφαντή και κεντημένη ζώνη των βοσκών, που πέφτει μπροστά στο στήθος. Στη ράχη παραχώνει κουρέλια ή μαξιλάρι για να σχηματιστεί καμπούρα. Κρύβει το πρόσωπο με μάσκα από προβιά και κρεμά γύρω απ’ τη μέση του κουδούνια, που παράγουν ρυθμικούς ήχους καθώς προχωρά στο δρόμο χορεύοντας.
Η Κορέλα χορεύει γύρω του, ντυμένη κι αυτή παραδοσιακά, κρατώντας μαντήλι και κρύβοντας το πρόσωπό της με μάσκα.
Ο Φράγκος είναι η τρίτη φιγούρα του Σκυριανού καρναβαλιού. Φορά Ευρωπαϊκό παντελόνι, μάσκα γιδιού και έχει ένα μεγάλο κουδούνι στο πίσω μέρος της μέσης του, μια αμφίεση με πρόθεση να γελοιοποιήσει όλους εκείνους από το νησί που σταμάτησαν να φορούν την παραδοσιακή ενδυμασία για χάρη του δυτικού παντελονιού, του φράγκικου.
Οι καρναβαλιστές, αφού γλεντήσουν ξέφρενα στους δρόμους του νησιού, ανηφορίζουν προς το Κάστρο όπου βρίσκεται το μοναστήρι του Αη Γιώργη, πολιούχου της Σκύρου.
Λέγεται ότι οι ρίζες αυτού του εθίμου είναι διονυσιακές και χάνονται στα βάθη του χρόνου, ενώ παλιοί κάτοικοι του νησιού επιμένουν ότι σχετίζεται με μια φυσική καταστροφή του παρελθόντος που κατέστρεψε τα κοπάδια του τόπου κι ένας βοσκός με τα κουδούνια των προβάτων πήγε στο χωριό για να
Βόνιτσα: το έθιμο του «Αχυρένιου Γληγοράκη». Ο Γληγοράκης λέγεται ότι ήταν ψαράς και απαρνήθηκε τη θάλασσα ψάχνοντας τη μοίρα του στη στεριά. Οι σημερινοί ψαράδες της Βόνιτσας καταδικάζουν αυτήν του την πράξη και κάθε τέτοια μέρα τον τιμωρούν. Φτιάχνοντας λοιπόν έναν αχυρένιο ψαρά, τον δένουν σ’ ένα γάιδαρο και τον γυρνούν σε όλο το χωριό.
Το έθιμο του «Αγά» στα Μεστά της Χίου
Το έθιμο του Αγά έχει ρίζες από την Τουρκοκρατία και μέχρι σήμερα είναι το ίδιο διασκεδαστικό την ημέρα της Καθαρής Δευτέρας. Ο Αγάς εισβάλει στο χωριό με τη συνοδεία του και παίρνει θέση στην κεντρική πλατεία. Εκεί μαζεύεται ο κόσμος όπου “δικάζεται” για διάφορα παραπτώματα που του καταλογίζονται και πληρώνει το ανάλογο πρόστιμο! Από αυτή τη διαδικασία δε γλιτώνει κανείς από τους παρευρισκόμενους. Τα χρήματα που μαζεύονται από τα υποτιθέμενα πρόστιμα καταλήγουν στο ταμείο του Πολιτιστικού Συλλόγου του χωριού. Ένα πρωτότυπο έθιμο με πολύ χιούμορ και κοινωφελές έργο παράλληλα.
Ξάνθη
Στη Σταυρούπολη της Ξάνθης, το έθιμο της καμήλας. Κατά την τέλεση του δρώμενου, συμμετέχουν οι κάτοικοι, μαζί με τους επισκέπτες, μεταμφιεσμένοι κάνοντας διάφορους ήχους και μουτζουρώνοντας ο ένας τον άλλο, σε μια παρέλαση χρωμάτων και χαράς, με οδηγό ένα ομοίωμα καμήλας κι έναν ενήλικο να παριστάνει τον καμηλιέρη Άραβα.Ένα Διονυσιακό έθιμο που πρωτοεμφανίστηκε τον 19ο αιώνα. Σύμφωνα με την παράδοση το έθιμο της Καμήλας έχει τις ρίζες του στην Τουρκοκρατία. Το κλέψιμο της όμορφης Μανιώς από τους Τούρκους έκανε τον αγαπημένο της να κρυφτεί σε μία ψεύτικη καμήλα , για να την πάρει πίσω. Έτσι και έγινε οι Τούρκοι χάζευαν την καμήλα κι ο νέος με τους φίλους του έσωσε το κορίτσι και το παντρεύτηκε…
Για την κατασκευή της καμήλας οι κάτοικοι του χωριού χρησιμοποιούν μία ξύλινη σκάλα , δύο κοφίνια για να σχηματίσουν τις καμπούρες ενώ βάζουν όλη τους τέχνη για να φτιάξουν το κεφάλι. Μέσα στην καμήλα μπαίνουν τρία άτομα και το κέφι ανάβει από νωρίς με την καμήλα να τριγυρίζει από τη μία άκρη του χωριού στην άλλη πειράζοντας τον κόσμο.
Νάουσα: Στην πόλη της Νάουσας και την Καθαρά Δευτέρα θα κυκλοφορούν ελεύθερα τα μπουλούκια χωρίς το προσωπείο, παρασύροντας τους επισκέπτες σε ένα ξέφρενο γλέντι.
Οι «φουστανελάτοι» στη Νάξο
Στη Νάξο αναβιώνουν στοιχεία της διονυσιακής λατρείας, όπως οι «Κουδουνάτοι» και οι «Φουστανελάτοι». Την Καθαρά Δευτέρα, ξεχύνονται στους δρόμους οι «φουστανελάτοι», φορώντας φουστανέλες και σχηματίζοντας ομάδες, τα μπαϊράκια, με αρχηγό τον μπαϊραχτάρη, αυτόν δηλαδή που κρατάει το μπαϊράκι της ομάδας, ένα χοντρό καλάμι με χρωματιστό μαντήλι στην άκρη. Οι ομάδες αυτές, τιμούν με την επίσκεψη τους τις γυναίκες των διπλανών χωριών, χορεύοντας μαζί τους στην κεντρική πλατεία με τη συνοδεία βιολιών και λαούτων. Με τη σειρά τους οι γυναίκες κάθε χωριού, τους περιποιούνται με φαγητά γλυκά και κρασί.