Το κομμάτι γης της Αρχιεπισκοπής, που έγινε το μήλον της Έριδος - ΟΛΕΣ ΟΙ ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ

Συμβαινει τώρα

Home Top Ad

Δευτέρα 9 Οκτωβρίου 2017

Το κομμάτι γης της Αρχιεπισκοπής, που έγινε το μήλον της Έριδος

Στο προσκήνιο είναι για άλλη μια φορά η υπόθεση με το τεμάχιο γης στη Γεροσκήπου, που ανήκει στην Εκκλησία της Κύπρου, στο οποίο πρόκειται να ανεγερθεί πολυώροφο πεντάστερο ξενοδοχείο, στο πλαίσιο του έργου ”Eden City”.

Όλα ξεκίνησαν πριν τρία χρόνια, όταν το 2014 το Υπουργείο Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων ανακήρυξε το τεμάχιο 223 Φ.Σχ. 51/27 Ε1 – 51/27/Ε2 σε Αρχαίο Μνημείο Β΄ Πίνακα (ΚΔΠ αρ. 135/2014), λόγω της ύπαρξης στην επιφάνεια του εδάφους του, συγκέντρωσης αρχαίας κεραμικής και άλλων ενδείξεων για την ύπαρξη αρχαιοτήτων.

Τότε, δε θεωρήθηκε αναγκαίο, αν και θα έπρεπε, όπως φάνηκε και από την εξέλιξη της ιστορίας, να ενημερωθεί ο ιδιοκτήτης του τεμαχίου, που στην προκειμένη περίπτωση είναι η Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου και αυτό γιατί η κήρυξη σε Αρχαίο Μνημείο Β΄ Πίνακα, δεν εμποδίζει τον ιδιοκτήτη από το δικαίωμα να προχωρήσει σε ανάπτυξη του τεμαχίου, σύμφωνα πάντα με την ισχύουσα νομοθεσία.

Η ανακήρυξη, όπως ήταν αναμενόμενο, έφερε την αντίδραση του Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου Β΄, ο οποίος στις 14 Μαρτίου 2017 κατέθεσε ένσταση, με βάση το άρθρο 23(9) του Συντάγματος, το οποίο προνοεί ότι για την κήρυξη της εκκλησιαστικής περιουσίας σε Αρχαίο Μνημείο απαιτείται η γραπτή συναίνεση της Εκκλησίας.

Στη συνέχεια, ζητήθηκε η γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα επί του θέματος, ο οποίος με επιστολή του, ημερομηνίας 28 Απριλίου 2017, «δικαίωσε» την Αρχιεπισκοπή, εφόσον σε αυτήν ανέφερε ότι για την κήρυξη του τεμαχίου σε Αρχαίο Μνημείο απαιτείτο η γραπτή συναίνεση της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κύπρου. Ο χαρακτηρισμός του τεμαχίου θεωρήθηκε «αντισυνταγματικός» και το Τμήμα Αρχαιοτήτων έπρεπε να συμμορφωθεί με την απόφαση του Γενικού Εισαγγελέα, κάτι το οποίο και έπραξε, αφού αιτήθηκε την ακύρωση της Διοικητικής Πράξης, σύμφωνα με την οποία είχε γίνει η κήρυξη. Έτσι, στις 8 Ιουνίου 2017, με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου έγινε η ανάκληση της κήρυξης του τεμαχίου 223 σε Αρχαίο Μνημείο Β’ Πίνακα.

Αξίζει να αναφερθεί πως είναι η πρώτη φορά, που ανακαλείται περιοχή, η οποία κηρύχθηκε αρχαίο μνημείο, ενώ βρίσκονται σε εξέλιξη ανασκαφές.

Ο Αρχιεπίσκοπος, σταθερός στις απόψεις του, σε τηλεοπτική του συνέντευξη τον Σεπτέμβριο του 2017, είχε χαρακτηρίσει την ενέργεια του Τμήματος Αρχαιοτήτων «αυθαίρετη», μιλώντας για συμφέροντα και δηλώνοντας πως θα «πάρει ένα τρακτέρ και θα τα ξηλώσει όλα».

Ευτυχώς, δεν πρόλαβε να πραγματοποιήσει τις «απειλές» του. Από τη δύσκολη θέση τον έβγαλε το Υπουργικό Συμβούλιο, για την απόφαση του οποίου ενημερώθηκε στις 4 Οκτωβρίου 2017 η Επιτροπή Εκτίμησης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων από το Τμήμα Αρχαιοτήτων.

Η ίδια η διευθύντρια του Τμήματος Αρχαιοτήτων, κα.Μαρίνα Σολομίδου-Ιερωνυμίδου επιβεβαίωσε το γεγονός ότι ο αποχαρακτηρισμός από Αρχαίο Μνημείο Β΄ Πίνακα έγινε έπειτα από τη γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα. Διαβεβαίωσε ότι αυτή η πράξη δε συνεπάγεται την παύση των ανασκαφών, αλλά ούτε και την έναρξη κατασκευαστικών έργων, πριν να κατατεθεί η αναφορά του Τμήματος ως προς την μέχρι στιγμής διαχείριση των έργων και τη μελλοντική τους προστασία.

Αυτό συμβαίνει, γιατί το Τμήμα Αρχαιοτήτων, από τη στιγμή που το τεμάχιο ανακηρύχθηκε Αρχαίο Μνημείο είχε προβεί σε γεωφυσική έρευνά του, τα αποτελέσματα της οποίας δεν έχουν ακόμα γνωστοποιηθεί. Μόλις αυτό συμβεί, θα γίνει αξιολόγηση των αποτελεσμάτων και στη συνέχεια θα ενημερωθεί το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως, προκειμένου να προχωρήσουν σε κατασκευαστικές εργασίες.

Η απόφαση για αποχαρακτηρισμό του τεμαχίου έφερε ποικίλες αντιδράσεις και στους πολιτικούς κόλπους, με αρχική αυτή της Κυβέρνησης, η οποία, με βάση και τις πράξεις της, είναι σύμφωνη με την εξέλιξη αυτή.

Αντίθετο είναι το κόμμα Συμμαχία Πολιτών, το οποίο έβαλε στο στόχαστρο Κυβέρνηση και Εκκλησία, τονίζοντας πως τέτοιου είδους ενέργειες είναι «μεροληπτικές» και καταπατούν κάθε μορφή ισονομίας, ενώ η ισχύουσα νομοθεσία, εφόσον επιτρέπει την καταστροφή αρχαιοτήτων, τότε πρέπει να αλλαχτεί και να εκσυγχρονιστεί.

Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και το ΑΚΕΛ, αφού με βάση δηλώσεις του Κοινοβουλευτικού Εκπροσώπου του κόμματος, κ.Γιώργου Λουκαΐδη, η Κυβέρνηση δείχνει ξεκάθαρα την εύνοια της προς τον Αρχιεπίσκοπο, κάνοντας τέλος, λόγο για θυσία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς και του περιβάλλοντος, για χάρη της ανέγερσης ενός ξενοδοχείου.

Σε δηλώσεις του ο Υπουργός Μεταφορών, Συγκοινωνιών και Έργων κ. Μάριος Δημητριάδης ανάφερε ότι, στόχος του κράτους είναι να προωθεί τις αναπτύξεις, αλλά με σεβασμό στον πολιτισμό και στην προστασία των αρχαιοτήτων.

Σε δηλώσεις του στους δημοσιογράφους, στο περιθώριο σύσκεψης της οποίας προήδρευσε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας στην παρουσία Υπουργών για θέματα της πόλης και επαρχίας Λευκωσίας, ο κ. Δημητριάδης, ερωτηθείς για το θέμα του αποχαρακτηρισμού γης στη Γεροσκήπου λόγω ύπαρξης αρχαιοτήτων είπε, μεταξύ άλλων, ότι «η ουσία του θέματος είναι να προστατεύονται οι αρχαιότητες μας.

Είναι αυτό που μας απασχολεί όλους και θέλω να διαβεβαιώσω τους πάντες ότι όσες αρχαιότητες βρίσκονται εκεί στην περιοχή θα προστατευθούν. Και είναι αυτό που γίνεται σήμερα».

Ερωτηθείς για το θέμα του αποχαρακτηρισμού, ο κ. Υπουργός είπε ότι «αναγκαστήκαμε να αποχαρακτηρίσουμε την περιοχή λόγω της ξεκάθαρης γνωμάτευσης της Νομικής Υπηρεσίας που λέει ότι βάσει συντάγματος θα έπρεπε να πάρουμε τη γραπτή συγκατάθεση του ιδιοκτήτη της περιοχής, επειδή είναι εκκλησιαστική γη, πριν χαρακτηριστεί ως μνημείο τύπου β.

Ο λόγος που είχαμε κάνει αρχικά τον χαρακτηρισμό ήταν διότι το Τμήμα Αρχαιοτήτων είχε την άποψη ότι δεν χρειαζόταν η γραπτή συγκατάθεση της Εκκλησίας, αφού δεν επρόκειτο περί απαλλοτρίωσης, αλλά κήρυξης μνημείου τύπου β».

Ερωτηθείς αν υπάρχει διασφάλιση τώρα ότι δεν θα πληγούν αρχαιότητες, ο κ. Υπουργός είπε ότι «θα προστατευθούν οποιεσδήποτε αρχαιότητες βρίσκονται στην περιοχή. Η Διευθύντρια του Τμήματος Αρχαιοτήτων έστειλε επιστολή στο Τμήμα Πολεοδομίας και έθεσε το γεγονός ότι υπάρχουν αρχαιότητες και δεν μπορεί να προχωρήσει οποιαδήποτε ανάπτυξη χωρίς την έγκριση του Τμήματος Αρχαιοτήτων. Υπάρχει απόλυτη συνεργασία τόσο από τους ιδιοκτήτες της γης όσο και από τους μελετητές του έργου, ώστε να διασφαλιστεί η προστασία των αρχαιοτήτων.

Η ουσία του θέματος, που ήταν η προστασία των αρχαιοτήτων, έχει επιτευχθεί. Ο στόχος του κράτους δεν είναι να σταματά τις αναπτύξεις, ο στόχος του κράτους είναι να προωθεί τις αναπτύξεις, αλλά με σεβασμό στον πολιτισμό, στην προστασία των αρχαιοτήτων.

Έχω δει μια προσπάθεια να πολιτικοποιηθεί το θέμα και να δοθεί η εντύπωση ότι ο αποχαρακτηρισμός έγινε λόγω του ότι αντέδρασε ο Μακαριότατος. Αυτό δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Έπρεπε να συμμορφωθούμε με τη γνωμάτευση της Νομικής Υπηρεσίας και με τις πρόνοιες του Συντάγματος. Και αναρωτιέμαι γιατί κάποιοι οι οποίοι προσπαθούν να παρουσιαστούν ότι είναι προστάτες των θεσμών, σε αυτή την περίπτωση ξεκάθαρα λένε ότι θα έπρεπε να παραβιάσουμε τα των θεσμών. Βρίσκω ότι υπάρχει μια υποκρισία σε αυτή την περίπτωση».

Καταληκτικά, να αναφέρουμε ότι ορθά στόχος του κράτους είναι να προωθεί τις αναπτύξεις, αλλά με σεβασμό στον πολιτισμό και στην προστασία των αρχαιοτήτων. Τέτοιες αναπτύξεις έχουν πάμπολλα παρεμφερή θετικά αποτελέσματα στον τομέα της ανεργίας, του τουρισμού, των ξένων επενδύσεων και όχι μόνο. Πόσο μάλλον όταν αυτές είναι καθόλα νόμιμες σύμφωνα με το Σύνταγμα του κράτους. Αν και εφόσον κάποιοι θεωρούν ότι το Σύνταγμα μας χρίζει σοβαρών τροποποιήσεων είναι άλλο θέμα, το οποίο καλείται να εναρμονίσει η νομοθετική εξουσία με τροποποιητικούς νόμους.

Ίσως η συγκεκριμένη περίπτωση να αποτελέσει την αφορμή για εκσυγχρονισμό της νομοθεσίας που διέπει την εκκλησιαστική περιουσία και τα «προνόμια» αυτής.